Το διοισοφάγειο υπερηχογράφημα στηρίζεται στη βασική αρχή λειτουργία της υπερηχοκαρδιογραφίας κατά την οποία ένας ηχοβολέας εκπέμπει υπερήχους, οι οποίοι ανακλώνται στα τοιχώματα της καρδιάς. Τα ανακλώμενα κύματα προσλαμβάνονται από τον ηχοβολέα και μετά από επεξεργασία δίνουν γένεση σε κινούμενη εικόνα της καρδιάς σε πραγματικό χρόνο. Στο διοισοφάγειο υπερηχογράφημα ο ηχοβολέας είναι τοποθετημένος στο άκρο ενός εύκαμπτου σωλήνα μικρής διαμέτρου.
Πως γίνεται η εξέταση
Το διοισοφάγειο
υπερηχογράφημα είναι μία ημι-επεμβατική μέθοδος. Ο ασθενής που
υποβάλλεται σε διοισοφάγειο υπερηχογράφημα θα πρέπει να είναι
νηστικός για τουλάχιστον 6 ώρες. Στον ασθενή τοποθετείται
ενδοφλέβια γραμμή προκειμένου να χορηγηθεί ενδοφλεβίως φάρμακο
για ύπνωση. Μετά από επαρκή ύπνωση, ο σωλήνας με τον ηχοβολέα
προωθείται μέχρι περίπου το μέσο του οισοφάγου (διαδικασία
ανάλογη με τη γαστροσκόπηση). Με το διοισοφάγειο υπερηχογράφημα
λαμβάνονται εικόνες πολύ υψηλότερης ευκρίνειας από εκείνες του
διαθωρακικού υπερηχογραφήματος κυρίως λόγω της ανατομικής
γειτνίασης του οισοφάγου με το οπίσθιο τοίχωμα της καρδιάς.
Το διοισοφάγειο υπερηχογράφημα χρησιμοποιείται ευρέως σε ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή στους οποίους προγραμματίζεται η διενέργεια ανάταξης σε φλεβοκομβικό ρυθμό, με στόχο να αποκλεισθεί η παρουσία θρόμβου εντός του αριστερού κόλπου. Σε περίπτωση παρουσίας θρόμβου αναβάλλεται η ανάταξη λόγω της πιθανότητας απόσπασης θρόμβου, ενσφήνωσής του σε εγκεφαλικό αγγείο και πρόκλησης εγκεφαλικού επεισοδίου.